ὑποδρασίας

ὑποδρασίας
ὑποδρασίας· τὰς ἔχθρας, Hsch.: ὑποδρασίη: ὑποψία, Id.: cf. ὑπαιδράσειαν.

Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.

Игры ⚽ Нужна курсовая?

Look at other dictionaries:

  • υποδρασία — και ιων. τ. ὑποδρασίη, ἡ, Α [ὑπόδρα] (κατά τον Ησύχ.) 1. (ο ιων. τ.) ὑποδρασίη «ὑποψία» 2. (η αιτ. πληθ.) ὑποδρασίας «τὰς ἔχθρας» …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”